Πέρασε καιρός από τότε που δημοσιεύτηκε το κείμενο του ψυχιάτρου και ποιητή κ Παστάκα Σωτήρη. Ενδιαφέρον, όπως και η συζήτηση που ακολούθησε. Αναδημοσιεύω το δημοσιευμένο κείμενο και επίσης το σχόλιο που είχα κάνει. Ο κύριος Πατιός σχολίασε με τη σειρά του το δικό μου σχόλιο εδώ, στη δημοσίευση "καθημερινές κινήσεις".
Η αναδημοσίευση γίνεται μιας και βρίσκω την εισήγηση του κ Παστάκα αρκετά ενδιαφέρουσα -χθες μάλιστα είχα μια συζήτηση επί του θέματος με έναν φίλο, και δε θα ήθελα να κλείσει η συζήτηση έτσι, αλλά να πυροδοτήσει σκέψεις, να γεννήσει διάλογο. Εάν...
Σωτήρης Παστάκας, η Φυσική της Ποίησης (εισήγηση στο συνέδρειο της ΕΕΦ)
Η τέχνη και η επιστήμη είναι παράλληλοι κόσμοι. Τα μόρια που υπάρχουν ανάμεσά τους όταν απωθούνται-έλκονται συντελούν στην δημιουργία του σύμπαντος. Πίστευα ακράδαντα πως η αρχή είναι ο λόγος. Ο λόγος δηλαδή είναι η απαρχή του σύμπαντος. Από τον Όμηρο και ακόμα πιο πριν με τον Ησίοδο όλη η ανθρωπότητα πίστευε και ενθουσιαζόταν από τον ποιητικό λόγο. Αυτό συνεχιζόταν μέχρι το 1950 περίπου, ή για να είμαστε πιο ακριβείς μέχρι τις 6 Αυγούστου του 1945: με την έκρηξη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα, ο κόσμος μαγεύτηκε από κάτι που θα διέβρωνε σιγά-σιγά το ενδιαφέρον του για τις καλές τέχνες.
Οι ραγδαίες εξελίξεις της Φυσικής και της επιστήμης γενικότερα μετατόπισαν σιγά-σιγά το ενδιαφέρον από την τέχνη στα επιτεύγματα της τεχνολογίας.
Τα επιτεύγματα της επιστήμης την τελευταία 50ετία είναι τόσο θεαματικά, χαράζονται τόσο επίμονα στο φαντασιακό ασυνείδητο όλων μας, σε βαθμό που να έχουν αντικαταστήσει την έκπληξη που μέχρι πρότινος την παρείχε μόνο η τέχνη.
Η προσωπική μου άποψη είναι πώς η κρίση που περνάνε όλες οι τέχνες στις μέρες μας δεν οφείλετε σε όλα αυτά τα κοινότυπα που ακούμε κάθε μέρα: την κρίση των δημιουργών, την αδυναμία των έργων, την ελλιπή προβολή από τα ΜΜΕ, τους έφηβους που δεν διαβάζουν κ.τ.λ., κ.τ.λ.
Από χρόνια έχει εδραιωθεί η προσωπική μου πεποίθηση πως οι τέχνες έχουνε πάψει να εκπλήσσουν τον καθημερινό άνθρωπό. Η έκπληξη που του προσφέρουν οι επιστημονικές ανακαλύψεις που μας βομβαρδίζουν όλους μας σε καθημερινή βάση, έχουνε μετατοπίσει το ενδιαφέρον του και τις φαντασιωτικές του ανάγκες στην Φυσική, στην Βιολογία, την Ιατρική και την Πληροφορική.
Ο ποιητής φαίνεται να μην μπορεί να συγκινήσει πλέον: κλεισμένος σε μια καθημερινότητα που πολλές φορές είναι ακόμη πιο μίζερη κι από αυτή των αναγνωστών του αναλώνεται σε τετριμμένες καθημερινές εμπειρίες πουν δεν έχουν το άλλοθι του μοναδικού και του ανεπανάληπτου.
Η ποίηση, όπως και οι άλλες Τέχνες έχει επείγουσα ανάγκη ν’ ανακαλύψει εκ νέου τη φυσική της: εκείνη την προωθητική δύναμη που την ταξίδεψε από τον Όμηρο μέχρι τις μέρες μας για να μας πάει ως το τέλος του κόσμου…Εν αρχή ην ο λόγος, κι ο λόγος πάλι θα γράψει τη λέξη τέλος.
Μια εσχατολογική ποίηση είναι αυτή που θα έχει και πάλι τον πρώτο λόγο στις συγκινήσεις μας…Φτάνει πια να εφησυχάζουμε με τη σκέψη πως σε «αντιποιητικούς» καιρούς, το καθήκον του καλλιτέχνη είναι να κρατάει αναμμένη απλώς, να συντηρεί, τη φλόγα του κεριού του με την ελπίδα πως θα έρθει μια νέα εποχή…
Δεν μπορούμε να περιμένουμε άλλο…Ο Αντρέι Ταρκόφσκυ, ο τελευταίος ποιητής, μας έχει δείξει το δρόμο: ο Ποιητής (με το Π κεφαλαίο, πλέον) είναι ο επίμονος καλλιεργητής του απόλυτου. Για να το κυνηγήσει προϋποθέτει τη Θυσία του εαυτού του.
Μόνο όταν ο Καλλιτέχνης είναι διατεθειμένος να κυνηγήσει το απόλυτο και να θυσιάσει για χάρη του την προσωπική του ύπαρξη, μόνον τότε θα έχουμε πάλι ποιητές. Ως τότε, μέχρι να εμφανιστούν αυτοί οι νέοι καλλιτέχνες (στη μουσική, στον κινηματογράφο, στη ζωγραφική, στην ποίηση) η Τέχνη θα εξακολουθεί να παραμένει ένα προϊόν προς κατανάλωση και τέρψη, και θα συνεχίσει να υπολείπεται σημαντικά από την επιστήμη.
-δημοσιεύτηκε στο Ποιείν στις 8 νοεμβρίου-
Σχόλιο
(Ζητώ προκαταβολικά συγγνώμη από τους συνομιλητές και αναγνώστες για το «σεντόνι» που ακολουθεί -όπως λένε στου Σαραντάκου. Επίσης για το ότι παρακάμπτω την ενδιαφέρουσα συζήτηση για να εκθέσω σκέψεις που γεννήθηκαν με αφορμή το γόνιμο κείμενο του κ. Σωτήρη Παστάκα)
Το δέντρο της γνώσης δεν είναι το δέντρο της ζωής έλεγε ο Νίτσε.
Η επιστήμη δεν θα μπορέσει ποτέ να νικήσει τον μύθο όσο κι αν το ποθεί. Αυτό ξεκίνησε ως η αναγκαία σύγκρουση με τη φρίκη και ανοησία των εκκλησιών -εναντίον της μυθολογίας του χριστιανισμού που εξουσίαζε με τρόπο αισχρό καταστρέφοντας ό,τι αντετίθετο στα είδωλά της τα οποία φρόντιζε να εκτρέφει με κάθε μέσο ισχυροποιώντας τη βασιλεία μιας «ιερής επιχείρησης». Πλέον τα θρησκευτικά δόγματα έχουν αποδυναμωθεί και φορές απομυθοποιηθεί από τις συνειδήσεις ανθρώπων που αναζητούν ελεύθερα την ελευθερία τους -αν μπορώ να το πω- μια ελευθερία της οποίας τα χαρακτηριστικά είναι μεταβλητά, και η άλλοτε μία και αληθινή οδός έγινε απροσμέτρητοι δρομίσκοι και ατελείωτα μονοπάτια στα δάση της ύπαρξης. Τόσες αλήθειες όσες και οι άνθρωποι. Ο καθείς και τα όπλα του, με τη φωνή του Ελύτη. Η έκφραση της αλήθειας του καθενός αναλόγως με τα μέσα που διαθέτει, την κλίση του, σαν το βάδισμα που σε κάθε άνθρωπο είναι διαφορετικό, συνιστά μια ποικιλία που πάντα είναι προς όφελος της ίδιας της ζωής. Η ζωή δεν έχει ανάγκη από τη δημιουργία ενός προτύπου (είτε είναι κάποιος χριστός είτε κάποιος φιλόσοφος, ποιητής, τραγουδιστής, χορευτής κτλ) το οποίο πρέπει οι άλλοι να ακολουθήσουν. Η ζωή ζητά να εκφραστεί μοναδικά μέσα από την κάθε ύπαρξη, κι αυτή είναι άλλωστε και η ομορφιά της ζωής -η ομορφιά της, γιατί αλήθεια ίσως δεν υπάρχει. Όταν δεν αντέχουμε τη ζωή, όταν δε μας αρκεί, ψάχνουμε το νόημα, την αλήθεια, δηλαδή ψάχνουμε κάτι άλλο από αυτό που ήδη έχουμε και είμαστε, κάτι που είναι έξω από εμάς. Τι είπε ο ένας και ο άλλος είναι προτεραιότητά μας. Την στιγμή που αδυνατούμε να γευτούμε τη ζωή μέσα μας και αυτή να είναι αρκετή. Σαν ένα λουλούδι μοναδικό που μεγαλώνει, ανθίζει και πεθαίνει. Τόσο απλά.
Η επιστήμη είναι εξίσου καλοδεχούμενη όσο και οι τέχνες, όσο και οι μύθοι, όσο και το έγκλημα ή η σιωπή. Όλα είναι κομμάτια, εκφράσεις, αυτού που λέγεται ζωή.
Για την “κρίση” στις τέχνες: δεν νομίζω να υφίσταται κάτι τέτοιο παρά μόνο μέσα από το δικό μας πρίσμα που αδυνατεί να συλλάβει την αδιάκοπη κίνηση που συντελείται σε παγκόσμιο επίπεδο -εικαστικά, ποίηση, συγγραφή, κινηματογράφος κτλ- γιατί πάντα είναι σαν να κοιτάζει φωτογραφίες, στιγμές και εικόνες, και μάλιστα από συγκεκριμένα συνειδησιακά επίπεδα-συρτάρια όπως είναι καταχωρισμένα από το υπερεγώ. Αυτές, οι τέχνες, δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα. Όσον αφορά την απουσία έκπληξης στον σημερινο άνθρωπο απέναντι στα έργα τέχνης, αυτό ήταν κάτι που πάντα, θαρρώ, συνέβαινε, και μπορεί κανείς να το δει πχ. (εμφανώς) στους πρώτους μοντέρνους. Ποιος ήξερε τον Ρεμπώ εκτός από τον Βερλαίν, τον Ιζαμπάρ, και λιγοστούς ακόμα ποιητές της εποχής; και απ’ αυτούς ποιος τον καταλάβαινε και ποιος εκτιμούσε την ποίησή του εκτός από δυο-τρεις; Τα άνθη του κακού -ποιος μπορούσε να γευτεί το μεγαλείο τους; ποιος το μεγαλείο του Οδυσσέα του Τζόυς εκτός μερικών κορυφαίων δημιουργών της εποχής και λίγων φίλων; Ποιος τον Βαν Γκογκ, ποιος τον Μοντιλιάνι όσο ήταν εν ζωή; ο Βαν Γκογκ λένε ότι πούλησε μόνο έναν πίνακα όσο ζούσε, και ο Μοντιλιάνι πλήρωνε με τους πίνακές του το κρασί που έπινε. Αμέτρητα τα παραδείγματα. Ακόμα και ο Ηράκλειτος ήταν σκοτεινός για τους αρχαίους. Οι αλχημιστές και οι μυστικοί απατεώνες. Ο Τζορντάνο Μπρούνο πέθανε στην πυρά. Ο Πεσσόα συζητιέται μόλις τα τελευταία περίπου εικοσιπέντε χρόνια. Ο Νίτσε πέθανε ως ένας τρελός ποιητής του οποίου η Σκέψη δεν έλαχε καμίας ιδιαίτερης τύχης μέχρι τις παραδόσεις του Χάιντεγγερ και την ερμηνευτική του πάνω σε κείμενα του πρώτου. Η λίστα μπορεί να γίνει πολύ μεγάλη. Λαμβάνοντας υπόψη ανθρώπους αλλά και κινήματα. Πχ. δεν νομίζω οι καταστασιακοί του Ντεμπόρ να πέτυχαν και πολλά στις συνειδήσεις των γάλλων, ούτε το περί αθλιότητας των φοιτητικών κινημάτων απέτρεψε από την αθλιότητα τα φοιτητικά κινήματα. Μπορεί αξιωματικές φράσεις τους να γίναν συνθήματα του Μάη που κλόνισε τις πολύ συντηρητικές τότε κοινωνίες, όμως μια μέρα μετά όλα είχαν εξαργυρωθεί. Οι καταστασιακοί διαλύθηκαν (με την απόφαση του Ντεμπόρ) η κοινωνία συνέχισε χωρίς να ρωτήσει κανένα. Η κοινωνία πάντα ήταν και πάντα θα είναι αντίθετη στη δημιουργία, στην τέχνη. Άσχετα αν αυτή (κοινωνία) καταφέρνει να την αφομοιώνει μιας και είναι ο τρόπος της να την καθιστά ακίνδυνη. Όπως και ήταν αντίθετη στην επιστήμη προτού αυτή γίνει η νέα εξουσία που αντιμάχεται -όχι πάντα, και απαραίτητα, ευθέως- τον μύθο, την αχαλίνωτη και δημιουργική φαντασία, την ποίηση, ωστόσο δημιουργώντας τη δική της «μεταφυσική» και μυθολογία την οποία μάλιστα κανείς μη ειδικός δεν δύναται να γνωρίζει αλλά και να ελέγξει -τη δεχόμαστε όπως κάποτε ο απλός κόσμος τον χριστιανισμό, πιστεύουμε ή όχι στο big bang, πιστεύουμε ή όχι στο δαρβινισμό, αποδεχόμαστε ή όχι, κι αναμασάμε τόσες θεωρίες μετατρέποντάς τες στο αντίθετο από αυτό που η επιστήμη πρεσβεύει. Μετατρέπουμε το γίγνεσθαι σε είναι, παγιώνουμε τα πάντα σε αλήθειες για τις οποίες δεν γνωρίζουμε και πολλά (πχ η πλειοψηφία δεν γνωρίζει πως λειτουργεί η τηλεόραση, το αυτοκίνητό τους, πόσο μάλλον τι λέει η θεωρία της σχετικότητας ή το θεώρημα της μη πληρότητας του Γκέντελ, και ποια η σημασία τους) -ο αναγεννησιακός τύπος του homo universalis ανήκει στην εποχή του και μόνο. …Το ίδιο και με την ποίηση. Προσπαθούμε να τη βάλουμε σε καλούπια, να βρούμε την αλήθεια της. Δεν είναι αντικείμενο του νου η ποίηση. Είναι ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο κάποιος εκφράζει τη ζωή μέσα από το δικό του πρίσμα, το δικό του Σώμα (χωρίς τη διάκριση σε res extensa και res cogitans), αναλόγως με το τι έχει ψηλαφήσει, γευτεί, αγγίξει, δει, μυρίσει, σκεφτεί. Και να προσεγγίσει κανείς τη μοναδικότητα του άλλου, την στιγμή της αλήθειας του, σημαίνει ως ένα βαθμό τη θυσία της δικής του παγιωμένης αλήθειας, τη σιγή του δικού του βουητού. Ακόμα, η Ποίηση δεν είναι κατανοητή ούτε από τον δημιουργό της -ή μάλλον είναι κατανοητή σε κάποιο βαθμό μόνο- γιατί πολύ απλά τον ξεπερνάει, είναι μια στιγμή «αλήθειας», συναισθητότητας που περνά και χάνεται. Οι λέξεις μειώνουν ή και σκοτώνουν αυτή την αλήθεια που δεν είναι πρόταση αλλά σπινθήρας, στερεοποιώντας την μέσα στις λέξεις. Αυτό που κατανοεί είναι ένα ελάχιστο το οποίο προσπαθεί να περισώσει δίνοντάς του μορφή. Θεωρώ πως η ποίηση πάντα θα είναι υψηλότερα της επιστήμης γιατί δεν νοιάζεται για αλήθειες του «πως», μα αγωνιά να εκφράσει το «τι» του κόσμου, του εαυτού της, ακόμα κι αν πρέπει να φτειάξει έναν ολόκληρο κόσμο για να τον καταστρέψει σε μια ανάσα. Ας θυμηθούμε εκείνους που κατασκεύαζαν έναν γιγάντιο βούδα -εξαιρετικής γλυπτικής αξίας- από βούτυρο για να τον τοποθετήσουν στον ήλιο -ο ήλιος αυτός, άτεγκτος σαν φύση θα καταστρέψει τον ανθρώπινο θεό μέσα σε λίγες ώρες, ζωή ενός μεσημεριού μόνο. Αυτό είναι ποίηση και μάλιστα δίχως λέξεις.
Το τι πρεσβεύει η κοινωνία, τι συμβαίνει με τις τέχνες, πού πάει η επιστήμη, δεν ενδιαφέρουν και πολλούς έξω από τους προνομιούχους και από αυτούς που έχουν την Τύχη -κατά τον τρόπο που ο κόσμος μας Τυχαίνει να αναπτύσσει αυτού του είδους τη ζωή, μέσα από συγκεκριμένους, περιοριστικούς, νόμους. Οι περισσότεροι άνθρωποι σκέφτονται πώς θα εξασφαλίσουν μια ζωή έξω από την πείνα και την ένδεια. Και πάλι όταν την εξασφαλίζουν δεν κάνουν τίποτα περισσότερο από το να διαιωνίζουν μια κοινωνία κάτω από συγκεκριμένα πρότυπα του ζην. Το μόνο παρήγορο είναι πως ό,τι και να λέγεται τελικά υπάρχουν Ποιητές, Επιστήμονες, Εικαστικοί, Κινηματογραφιστές, Μουσικοί. Χιλιάδες; εκατοντάδες; δεκάδες; δύο; ένας; -λίαν καλώς. Μια κοινωνία που θα λάτρευε τους ποιητές θα σήμαινε μια κοινωνία δίχως ποιητές ή μια κοινωνία με πυρετό και παραισθήσεις. Η μόνη διαφορά με περασμένα χρόνια κι εποχές είναι πως κάποτε το «μέσα» είχε σημασία για τις κοινωνίες, και λάμβανε την αξία που εκείνες του απέδιδαν, τώρα, όπως λέει ο psycho Κρίστιαν Μπέιλ στο τέλος της ταινίας american psycho: inside doesn’t matter. Και συνεχίζω την αντιγραφή των τελευταίων -φοβερής έντασης- λέξεων του ψυχοπαθή:
…There are no more barriers to cross. All I have in common with the uncontrollable and the insane, the vicious and the evil, all the mayhem I have caused and my utter indifference toward it, I have now surpassed. My pain is constant and sharp, and I do not hope for a better world for anyone. In fact, I want my pain to be inflicted on others. I want no one to escape. But even after admitting this, there is no catharsis. My punishment continues to elude me, and I gain no deeper knowledge of myself. No new knowledge can be extracted from my telling. This confession has meant nothing.
1)Ο αρχαιότερος τρόπος αναζήτησης 'νοήματος' αφορούν ένα νόημα που προυπάρχει της ύπαρξής μας και πρέπει να ψάξουμε πάρα πολύ για να το βρούμε. Δες όλα τα τελετουργικά των θρησκειών και τις διάφορες μυήσεις που -υποτίθεται- πως εκπαίδευαν τους μυόμενους.
2) Θυμήσου τη φιλοσοφία του Πλάτωνα και τις Ιδέες που πρέπει να αλλάξουμε τρόπο ύπαρξης για να τις θεαθούμε, σου θυμίζω το κλασικό παράδειγμα του σπηλαίου από την Πολιτεία.
3)Ο Νίτσε δεν έγινε γνωστός από τις διαλέξεις του Χάιντεγκερ οι οποίες άλλωστε πέρασαν στο ευρύτερο κοινό πολύ αργότερα από τον β΄παγκ. πόλεμο.
4)Τίποτε δεν εμποδίζει την ύπαρξη ενός και μόνο έγκυρου και καθολικού νοήματος. Ακόμη κι αν δεν υπάρχει, το ταξίδι και η αναζήτηση είναι από μόνο του ένα παγκόσμιο νόημα, θυμήσου τον Οδυσσέα του Καβάφη.
5)Αν περάσουμε στην 'εφεύρεση' του νοήματος από την κάθε μία ανθρώπινη οντότητα, αναζητώντας όχι την οντολογία της πραγματικότητας (μπορεί να μην υπάρχει) αλλά το αυτεξούσιο της εμπειρίας, οδηγούμαστε αναγκαστικά στα λόγια με τα οποία έκλεισες.
6)Η πλάκα είναι πως ο Χομπς στον Λεβάθιαν, ακολουθεί τη συλλογιστική σου, μόνο που αντί να οδηγηθεί στην ελευθερία, οδηγείται στο κυρίαρχο κράτος.
7) Δεν υποστηρίζω πως υπάρχει ένα και μόνο νόημα το οποίο πρέπει ντε και καλά να ψάξουμε. Ο δρόμος που παίρνεις όμως-νομίζω- θα μας οδηγήσει απαραίτητα στην αυθαιρεσία της βίας και όχι στην ελευθερία της δημιουργίας.
8)Ο Νίτσε καταφέρθηκε εναντίον της απόλυτης εγκυρότητας της -κάθε- γνώσης, αλλά τελικά οδηγήθηκε στο να δημιουργήσει έναν 'νομοθέτη' (Ζαρατούστρα).
Με εκτίμηση, Γ.Πατιός
Γειά σου Γιώργο Πατιέ (ο ενικός δεν είναι έλλειψη σεβασμού, κάθε άλλο). Σε ευχαριστώ για το έναυσμα που μου δίνεις με τις σκέψεις σου. Εκτός ποιείν λοιπόν. Ως επαγγελματίας της φιλοσοφίας είσαι ένας χρήσιμος συνομιλητής και είμαι διατεθειμένος να συζητήσω και να πάρω από σένα. Ίσως είναι καλύτερα που επέλεξες να "απαντήσεις" εδώ -στο ποιείν οι τσακωμοί είναι συχνοί τελευταία. Ωστόσο θα ήθελα και την άποψη του Παστάκα κυρίως από τη σκοπιά τού επαγγελματία ψυχιάτρου -αλλά και του ποιητή.
Για το θέμα του Νίτσε (με τον Χάιντεγκερ) που ανέφερα δεν θα επιμείνω καθώς δεν μπορώ να έχω άποψη προσωπική αλλά είναι κάτι που διάβασα και δε θυμάμαι να σου πω την πηγή -όχι ότι έγινε γνωστός, δεν έγραψα αυτό, αλλά ότι άρχισαν να τον παίρνουν στα σοβαρά σαν φιλόσοφο όταν ο διάσημος, από τα τέλη κιόλας του '20, μαθητης του Χούσερλ και έπειτα φιλόσοφος του «dasein» -διάσημος ως καθηγητής, για τον τρόπο που προσέγγιζε τα φιλοσοφικά κείμενα στις παραδόσεις του- συμπεριέλαβε στους κύκλους μαθημάτων του (τη δεκαετία του '30) κείμενα του Νίτσε με τα οποία και ασχολήθηκε σε βάθος. Τέλος πάντων δεν με απασχολεί αυτό το ζήτημα. Απεναντίας έχουν ενδιαφέρον οι θέσεις σου που βλέπουν την σκέψη που διαπνέει το σχόλιο στο ποιείν να οδηγείται στην αυθαίρετη βία, κτλ. Έχω σκεφτεί πολλά και δεν ξέρω πως να αρχίσω. Ελπίζω να είμαι όσο σαφής γίνεται. Δεν υποστηρίζω ότι δεν υπάρχει αλήθεια ή νόημα. Λέω ότι η ζωή προηγείται, όπως θα έλεγε ένας πολύ καλός μου φίλος. Όταν αναφέρομαι στη ζωή και στην αίσθηση δεν αναφέρομαι στη «ζωούλα μου», στο «γουστάρω, δεν γουστάρω». Μιλάω για την αίσθηση της Ζωής μέσα μας, για το ίδιο το γεγονός της ζωής ως πληρότητας. Λέγοντας πως «αλήθεια ίσως να μην υπάρχει», δεν αναιρώ την ύπαρξη αλήθειας αλλά την απόλυτη εγκυρότητα την μίας αλήθειας όπως οι κοινωνίες με τα ιερατεία τους επιβάλλουν και ο κόσμος δέχεται δουλικά, είτε μιλάμε για επιστημονικές αλήθειες είτε για φιλοσοφικές. Αυτό είναι φασισμός. Όχι η εμπειρία της Ζωής. Αυτή εμπεριέχει και σκέψη και μουσική και χρώμα. Όλο αυτό το παιχνίδισμα δημιουργεί νόημα. Αλλά είναι το δικό μου/σου νόημα το οποίο δεν «νιώθει» καμία ανάγκη απόρριψης του νοήματος του άλλου. Αν δε μου αρέσει, δεν μου πάει, στρίβω. Όταν η ζωή δεν μου αρκεί, γράφω, τότε αναζητώ κάτι έξω από μένα, ένα νόημα να πιαστώ. Θα μπορούσα να είμαι αυτιστικός θα μου πεις, ή ψυχασθενής, αρνούμενος την οντολογία της πραγματικότητας. Βεβαίως. Θα μπορούσα όμως να είμαι και ο Πεσσόα, ο Μπλέηκ, ο Ρεμπώ. Το αυτεξούσιο της εμπειρίας μπορεί να οδηγήσει τόσο στην αυθαίρετη βία όσο και στην ελευθερία και δημιουργία. Όπως και το να ψάχνεις μια αλήθεια έξω από σένα μπορεί να οδηγήσει στην αυθαίρετη βία. Ο καθένας διανύει τον δρόμο του με τα δικά του «όπλα». Το «τόσες αλήθειες όσες και οι άνθρωποι. Ο καθείς και τα όπλα του, με τη φωνή του Ελύτη», που γράφω στο σχόλιο, επιθυμεί μια ελεύθερη κοινωνία που σέβεται την παρουσία του άλλου. Δεν χωρίζει σε εμείς και εσείς, εγώ και οι άλλοι. Εδώ είναι η διαφωνία μου, στο ότι θεωρείς αναπόφευκτη τη βία.
Επειδή το σχόλιο αφορούσε την τέχνη και πιο συγκεκριμένα την ποίηση θα ήθελα εδώ να καταθέσω τον τρόπο με τον οποίο γράφω. Ποτέ μου δεν ξεκινάω από μια αλήθεια ή προσπαθώντας να ντύσω κάποιο νόημα με λέξεις. Ακολουθώ έναν ήχο, ένα χρώμα, έναν ρυθμό. Ακολουθώ μια αίσθηση. Μια αστραπή. Μια διέγερση. Προσπαθώ αυτό που «βλέπω» να το αγγίξω. Αν τα καταφέρω, στο τέλος το ποίημα φέρει νόημα και φέρει και την αλήθεια αυτού που το έγραψε, που δεν είναι ούτε απόλυτη ούτε αυθαίρετη, επαναλαμβάνω, ωστόσο είναι κάτι από το οποίο εγώ μπορώ να μάθω. Είναι σάρκα μου. Μαθαίνω από τα ποιήματά μου, καταλαβαίνω πράγματα που αλλιώς δε θα μπορούσα. Ο ποιητής δεν είναι φιλόσοφος, είναι δημιουργός. Και μαθητής. Η ποίηση τρέφει. Στην έννοια της δημιουργίας πάντα υπάρχει και η έννοια της ζωής. Γι' αυτό μιλάω για ζωή.
Πολύ φιλικά
Υ.Γ. Κι εδώ σεντόνι άπλωσα όπως φαίνεται…