Every work of art is an uncommitted crime


-Theodor Adorno-

daDa ποiησΗ dAda λογοtεΧνiα dadA pUnk dADa

Τελάλης:

Παρασκευή, Ιουνίου 18, 2010

Αντίχριστος / Antichrist - Lars Von Trier



Antichrist. Το anti- μπορεί να δηλώνει αντίθεση και εναντίωση, αλλά και αντικατάσταση. In place of-. Ο Lars Von Trier εξερευνεί τη σκοτεινή, μαγική και ακατανόητη θηλυκή αρχή που πότε ταυτίζεται με τη Φύση και πότε με τη Γυναίκα λαμβάνοντας σε κάθε περίπτωση διαφορετικό βάθος. Από τη μία βλέπουμε τη θηλυκή θεά, τη μεγάλη μητέρα και από την άλλη την έκφρασή της στο ανθρώπινο βασίλειο -οι δυο τους συναντιούνται στο κοινό σημείο της κυοφορίας (και προαγωγής) ζωής και απομακρύνονται κατά τον τρόπο διαχείρισής της για να ξανασυναντηθούν στο τέλος μιας πορείας εξω-ιστορικής που κλείνει τον κύκλο της με την πράξη της θυσίας, της συμφιλίωσης της γυναικείας φύσης με τη θηλυκή αρχή, το ένστικτο και τη νύχτα, και τη νίκη της επί της αρσενικής αρχής, του ιστορικού Λόγου ως πνεύματος, νου, φωτός. Πότε η αντικατάσταση και πότε η εναντίωση στην αρσενική αρχή, πότε η ζωή και πότε η ψυχολογική ζωή, ο Trier θα μπορούσε να αντλεί από ένα τεράστιο υλικό, από τη μητριαρχική-πανθεϊστική παράδοση και τη σπινοζική ταύτιση του θεού με τη Φύση και την ανθρώπινη scientia intuitiva, μέχρι τις μελέτες του μεγάλου ψυχαναλυτή Carl Jung, την anima, το αντεστραμμένο rosarium philosophorum. Αφιερώνει την ταινία στον Andrei Tarkovsky και την ονειρική, ποιητική ματιά του, με την οποία έρχεται σε διάλογο για να βρει τη γλώσσα εκκίνησής του κι έπειτα μ’ αυτή να του αντιτεθεί επιβάλλοντας τον δικό του κόσμο, έναν αντι-χριστιανικό, αντεστραμμένο κόσμο. O κόσμος του Trier αντιτίθεται στον χριστιανικό-μεταφυσικό του Tarkovsky, αντιτίθεται στο πνεύμα, αντιτίθεται στον πολιτισμό, αντιτίθεται στον κόσμο. Ο κόσμος του είναι ο αντι-κόσμος όπως εμείς μάθαμε να τον βλέπουμε. Ο κόσμος του είναι ο πραγματικός.



Ξεκινάει η ταινία με τη σκηνή του σεξ μεταξύ των ετερόφυλων πρωταγωνιστών του. Το πέος εισδύει στον γυναικείο κόλπο. Το μωρό τους βγαίνει από το κρεβάτι του, φτάνει ως το παράθυρο από το οποίο βουτάει κάτω τη στιγμή που το ζευγάρι φτάνει στην κορύφωση της σεξουαλικής πράξης του. Η πραγματικότητά του συναντά κατά κάποιον τρόπο την ποίηση, μια ποίηση τόσο σκοτεινή όσο πιο βαθιά απλώνεται στην πραγματικότητα, πέρα από τις μεγάλες, κατασκευασμένες φαντασιώσεις. Συναντά την παλιά και λησμονημένη σύνδεση έρωτα-θάνατου ενάντια στη δική μας αντεστραμμένη πραγματικότητα του νου, εκείνη που δεν εμπεριέχει το τραγικό, που εξυψώνει τον έρωτα διανύοντας μια πορεία από τη σάρκα στο πνεύμα, στον ιδεατό κόσμο. Ο έρωτας που ως πράξη φυσική αναπαράγει και διαιωνίζει την ανθρώπινη φύση. Που από ανάγκη γίνεται απόλαυση και έξη και μυστήριο, και από μυστήριο Γνώση. Αυτή η κυρίαρχη ιδέα του πολιτισμού μας γκρεμίζεται στα πρώτα κιόλας λεπτά της ταινίας. Δεν γεννάει πια. Το παιδί πεθαίνει -αυτοκτονεί- την ώρα της μεγαλύτερης διέγερσης των δύο αντιθέτων που σμίγουν. Η ένωση δεν είναι εκείνη η αλχημιστική ένωση των αντιθέτων που μεταστοιχειώνει την ύλη σε πνεύμα. Εδώ ο καρπός της ένωσης είναι ο θάνατος. Ο πόνος κυριαρχεί. Το θηλυκό και το αρσενικό στην αρχετυπική τους διάσταση/υπόσταση είναι δύο αντίθετα που δεν τέμνονται. Και δεν τέμνονται όχι σε έναν αρχέγονο τόπο, σε έναν προ-λογικό και μυθικό τόπο, αλλά μέσα στον ιστορικό χώρο τον εμποτισμένο από τον πολιτισμό. Ο πολιτισμός που έχει βάση του τον κυρίαρχο και εξουσιαστικό λόγο καθιστά αδύνατη αυτή την ένωση. Η αντίθεση έγκειται στην αιώνια αντίθεση της καταπιεσμένης θηλυκής αρχής στον καταπιεστή λόγο. Οι πρωταγωνιστές δεν τέμνονται, και ούτε πρόκειται -ο ιστορικός χώρος βεβαιώνει κάθε στιγμή για το αδύνατο της συνύπαρξής τους. Έτσι αποφασίζεται μια κίνηση προς τα πίσω, προς το παρελθόν, μια κίνηση που αλλάζει χώρο για χάρη ενός μυθικού και προ-λογικού τόπου: το σπίτι στην εδέμ. Ο ψυχαναλυτής λόγος θα της προσφέρει τη βοήθειά του, και γι’ αυτό θα πρέπει να ξεκινήσουν από κει που όλα άρχισαν. Στο σπίτι στην εδέμ. Εκεί φαντάζεται η αρσενική αρχή πως θα βρει τη χαμένη τομή, έχει πίστη στις δυνάμεις της, μα κάνει το λάθος να θέλει να αγαπάει, να νομίζει ότι αγαπάει τη σύντροφό του, την αντίθεσή του, κάνει λάθος μιας και δεν τη γνωρίζει καθόλου, δεν ξέρει καθόλου από αγάπη, τι σημαίνει, αν υπάρχει έξω από την τυφλότητά του -αυτό που αγαπάει είναι η επιβολή και επιβεβαίωση της ανωτερότητάς του. Κυριαρχία. Δεν την επιθυμεί για αυτό που είναι αλλά γι’ αυτό στο οποίο εκείνη γίνεται να υποταχθεί -στον δικό του τρόπο. Καθώς και να τη δει να καταστρέφεται μέσα σ’ αυτόν. Η αγάπη: είναι έξω από τον πραγματικό κόσμο που στήνει ο Trier, τον κόσμο που περιλαμβάνει κάθε έκταση από την ιστορικότητα του φιλμικού παρόντος (αρχή της ταινίας) στην εξω-ιστορικότητα του φιλμικού μέλλοντος (εδέμ). Υπάρχει μόνο στα λόγια η αγάπη, είναι εφεύρεση μόνο του λόγου, εφεύρεση της κυριαρχίας. Τα σκοτεινά και άγρια ένστικτα της θηλυκής αρχής σε μια λανθάνουσα υπαρξιακή νύχτα της -μια νύχτα που είναι όλες οι νύχτες στην εδέμ- που ενώ συμπίπτει με την ωμότητα της φύσης και των κύκλων της παραμένει να αγνοεί ότι στην ουσία της είναι αυτή η ίδια. Αγνοεί -δεν είναι παρά λήθη του εαυτού της.



Στην Eden


Τη νύχτα

Εκείνος: Το ουρλιαχτό δεν ήταν αληθινό. Σταμάτα. Ηρέμησε

Εκείνη: Δεν έπρεπε να έρθεις εδώ. Είσαι τόσο αλαζονικός. Όμως μπορεί αυτό να μην κρατήσει. To ‘χεις σκεφτεί αυτό;

παύση

Εκείνη: οι βελανιδιές είναι αιωνόβιες. Το μόνο που έχουν να κάνουν για να διαιωνισθούν είναι να παράγουν ένα δέντρο κάθε εκατό χρόνια. Mπορεί να σου ακούγεται κοινότοπο, αλλά ήταν σπουδαίο πράγμα για μένα να το συνειδητοποιήσω αυτό όταν ήμουν εδώ έξω με τον Νικ. Τα βελανίδια έπεφταν στη στέγη τότε, έπεφταν κι έπεφταν συνεχώς, και πέθαιναν, και πέθαιναν. Και κατάλαβα πως ό,τι ήταν όμορφο στην εδέμ ήταν μάλλον ανόητο. Τώρα μπορώ να ακούω εκείνο που δεν μπορούσα πριν: το κλάμα όλων των πραγμάτων που είναι προς θάνατο

Εκείνος: Όλο αυτό είναι πολύ συγκινητικό εάν είναι παιδικό βιβλίο. Τα βελανίδια δεν κλαίνε. Το ξέρεις καλά όπως κι εγώ. Αυτό είναι ο φόβος. Οι σκέψεις σου στρεβλώνουν την πραγματικότητα, όχι το αντίστροφο

Εκείνη: Η φύση είναι η εκκλησία του σατανά


Τη μέρα

Εκείνος: Τι κάνεις;

Εκείνη: Κοίτα. Είμαι και πάλι καλά. Θεραπεύτηκα. Βλέπω καθαρότερα. Είμαι καλά. …Δεν μπορείς απλώς να είσαι χαρούμενος για μένα, έτσι δεν είναι;


Τη νύχτα - το παιχνίδι ρόλων

Εκείνος: Ο ρόλος μου είναι όλες οι σκέψεις που σου προκαλούν φόβο. Ο δικός σου είναι η λογική σκέψη. Είμαι φύση. Όλα τα πράγματα που αποκαλείς φύση

Εκείνη: Εντάξει κύριε φύση -τι θέλεις;

Εκείνος: Να σε πληγώσω όσο περισσότερο μπορώ

Εκείνη: Πώς;

Εκείνος: Πώς νομίζεις;

Εκείνη: Τρομάζοντάς με…

Εκείνος: Σκοτώνοντάς σε

Εκείνη: Η φύση δεν μπορεί να με βλάψει. Είσαι μόνο η πρασινάδα έξω

Εκείνος: Όχι. Είμαι περισσότερα απ’ αυτό

Εκείνη: Δεν καταλαβαίνω

Εκείνος: Είμαι έξω, αλλά συνάμα και μέσα. Είμαι η φύση όλων των ανθρώπινων πλασμάτων

Εκείνη: Α, αυτό το είδος φύσης. Το είδος της φύσης που ωθεί τους ανθρώπους να κάνουν διαβολικά πράγματα εναντίον των γυναικών

Εκείνος: Αυτό ακριβώς είμαι

Εκείνη: Αυτού του είδους η φύση μ' ενδιέφερε πολύ όταν ήμουν εδώ...



Ο Trier βάζει τη γυναίκα κάποτε κλεισμένη εκεί στην εδέμ να καταπίνεται σιγά σιγά από το έργο της, που βασιζόταν στη μελέτη των γυναικών του μεσαίωνα, όλων εκείνων των γυναικών που βασανίστηκαν και σφαγιάστηκαν ως μάγισσες, την ήττα του ενστίκτου, της αίσθησης, του σκοταδιού, από τον λόγο, τη θεωρία, το φως. Ωστόσο δεν μπόρεσε η ίδια να συνεχίσει. Βρέθηκε μπροστά στην άβυσσο της πραγματικότητας, και αυτή η πραγματικότητα δεν ομοιάζει στην αλήθεια του λόγου, δεν ψεύδεται και συνεπώς δεν αντέχεται. Το σκοτάδι που της διανοιγόταν ήταν οδυνηρό, και η αδυναμία της να υπερβεί την κατασκευασμένη της από τον λόγο φύση, τη μετέτρεψε σε πηγή δυστυχίας. Το παιδί της, ο καρπός της, θα παραμορφωθεί από την ίδια (του φοράει τα παπούτσια λάθος -το δεξί στο αριστερό πόδι), κι από δω ξεκινάει όλη η φρίκη στον δικό μας κόσμο, αυτο που βλέπουμε σαν λάθος, η διαιώνιση του κακού, ή αλλιώς του πόνου. Αυτή η ιστορία είναι γνωστή στον καθένα είτε βλέπει είτε όχι γύρω του. Ο Trier πηγαίνει στο πριν απ’ αυτό, στην πηγή της φρίκης, στα αίτια κάθε δυστυχίας, και συλλογίζεται με ιδιαίτερη τόλμη.



Ο αδάμ και η εύα, οι δύο αρχετυπικές εικόνες, κινούνται ανάποδα, αυτοεξορίζονται στην εδέμ, και εκεί, στην εδέμ, δεν υπάρχει τίποτα το θεϊκό. Το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού στο οποίο θα πηδηχτούν με όλη τους την ωμότητα, με όλη τους την σάρκα, είναι ένα δέντρο που τρέφεται με κρέας ανθρώπινο. Εκεί στην εδέμ λυσσομανούν τα άγρια ένστικτα. Δίκαιο δεν υπάρχει, υπάρχει μόνο η νύχτα, αυτή η θηλυκή δαγκάνα που θα κατασπαράξει τον αφελή λόγο ο οποίος προσπάθησε να παίξει μαζί με το παιχνίδι διατήρησης των σκήπτρων του, τον ρόλο του θεού -που φυσικά αντιστοιχεί σ’ αυτόν, στον ίδιο τον λόγο, που τον δημιούργησε ως τέτοιον (θεό) κάποτε για να πείθει καλύτερα. Ο ρυθμιστής θα απορυθμιστεί εύκολα με το πρώτο κύμα παρά-νοιας.



Ο εξω-ιστορικός τόπος δεν είναι άχρονος. Η εδέμ δεν είναι αιώνια. Ανήκει στη γυναίκα. Και εκεί η γυναίκα θα νικήσει. Από την αναζήτηση της αλήθειας της πίσω από τις κουρτίνες της λήθης, την αιματηρή σύγκρουση της υστερικής της φύσης με τον λόγο, τον ευνουχισμό της και τον ευνουχισμό του, τη στέρηση της γονιμότητας, την απώλεια της ισχύος του, που σημαίνει την πιο ριζική του γλώσσα, μέχρι την αδιανόητη εκμηδένιση της αρσενικής αρχής καθώς στο τέλος θα μεταμορφωθεί στο τέρας με το οποίο πάλευε. Όποιος παλεύει με τα τέρατα να προσέχει να μη γίνει τέρας, έλεγε ο Nietzsche που ακροβατούσε πάνω από την άβυσσο του ενστίκτου. Οι μυριάδες απρόσωπες ψυχές απελευθερώνονται. Ο Trier δεν θα μας πνίξει στο τέλος. Μας ανοίγει σε έναν άλλο κόσμο. Το μέλλον αυτό είναι αισιόδοξο. Είναι η πιο αισιόδοξη ταινία του πού ‘χω δει. Μας λέει το αυτονόητο -το αυτονόητο είναι και το πιο δύσκολο να δεχτούμε- ότι η φύση πάντα βγαίνει κερδισμένη, όχι γιατί έχει στόφα νικητή, μα επειδή δε γίνεται να χάσει. Ο θάνατος βρίσκεται έξω από τη ζωή όπως έλεγαν οι επικούρειοι -θα έλεγα αλλιώς: θάνατος είναι η ζωή δίχως φύση. Ο λόγος έχει χάσει από την πρώτη στιγμή, μα δίνει τη μάχη του επιστρατεύοντας κάθε τέχνασμα, όλο ακόμα το πνεύμα του. Μάταια και οδυνηρά.



False in legs, false in thighs, false in breasts, teeth, hair and eyes.

Τον φιλάει. Παίρνει το ψαλίδι, ερεθίζει την κλειτορίδα της με το χέρι του άντρα κι έπειτα ευνουχίζεται. Αυτός βλέπει τον ουρανό. Δεν υπάρχει τέτοιος αστερισμός: τα τρία ζώα και το corous. Του λέει: κανένα απ’ αυτά δεν έιναι ενεργό. Ουρλιάζει. Όχι. Χαλάζι. Βλέπει τα ζώα ένα ένα να στέκονται δίπλα της. Σπάει το δάπεδο και βρίσκει το εργαλείο με το οποίο μπορεί να απελευθερωθεί από τον τροχό της φύσης. Τον μαχαιρώνει. Αυτός μάχεται. Απελευθερώνεται. Την πνίγει. Αυτή δεν αντιδράει. Η φύση της τον καλεί. Αυτός, το αρχέτυπο του λόγου, τη σκοτώνει, και μαζί μ’ αυτήν όλες τις κατακτήσεις του πολιτισμού. Σκοτώνει τη μάσκα του, και αυτό που μένει είν' αυτό που έγινε: τέρας. Έπειτα την καίει όπως τις μάγισσες κάποτε. Μόνος του, κουτσαίνοντας στον παράδεισο. Έναν παράδεισο γεμάτο σώματα, σάρκες. Τρώει τους καρπούς. Ανθρωποφαγία. Εκατοντάδες γυναίκες τον προσπερνούν ανεβαίνοντας. Η φύση έχει νικήσει. Έχει υποτάξει την αρσενική αρχή. Της έχει αφαιρέσει όλο το πνεύμα.



Ίσως ο αντίχριστος είναι το πιο βαθύ και σημαντικό κινηματογραφικό έργο που έχω δει. Είμαι ακόμα ποτισμένος απ’ αυτό και πιθανόν το διογκώνω. Ωστόσο αυτό αισθάνομαι. Κι αυτό αρκεί. Η προσωπική αλήθεια, ακόμα κι αυτή, δεν είναι άχρονη - είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη χρονικότητα, με το σώμα, με την αλλαγή.


γ. γεωργίου



Κάποιες από τις καρέ-καρέ σημειώσεις/αναλύσεις/σκέψεις μου βλέποντας την ταινία για δεύτερη φορά (παραθέτω ενδεικτικά καθώς η έκτασή τους θα ήταν πάρα πολύ μεγάλη):

*To εκπληκτικό με τον Trier είναι η μαεστρία, η άνεση με την οποία αντιστρέφει ένα ολόκληρο σύστημα ιδεών παγιωμένο, κατασκευάζοντας τη δική του ωρολογιακή βόμβα.

*Ο αντίχριστος κυβερνάει τον κόσμο μας. Κάθετι, ακόμα και το πολυτιμότερο, το πιο αναγκαίο, η ρίζα της ύπαρξης, ο έρωτας, επιφέρει οδύνη, πόνο, και για τον Trier δεν είναι μια απλή διαπίστωση αλλά η συνθήκη του κόσμου, το έγκλημά του. Ο αντίχριστος είναι όχι απλώς η πραγματικότητα την οποία ζούμε, αλλά και η βαθύτερη μεταφυσική μας -που είναι πάντα μια αντιφυσική.

*“Αυτό είναι σωματικό”, του λέει στην αρχή ακόμα, “είναι επικίνδυνο”. Αυτός το αρνείται, ο ψυχαναλυτής, “δεν είναι” λέει, “είναι μια φάση”. Του λέει ότι πριν δε νοιαζόταν παρά μόνο τώρα, μετά τον θάνατο του παιδιού τους. Κι αργότερα τον ρωτάει αν την αγαπάει. Την αγαπάει (“σ’ αγαπώ”) επειδή την έχει κερδίσει, εξαπατήσει. Επειδή της επιβάλλεται. Πριν δεν ενδιαφερόταν και η δικαιολογία του είναι πως την άφησε να γράψει τη “θέση” της. Αυτή η καλοσύνη του είναι παραπλανητική. Γιατί τη θέση της τη θεωρεί λανθασμένη και με βεβαιότητα επιβάλλει τη δική του λογική. Επιστήμη. Του λέει: “εγώ φταίω…” για το νεκρό παιδί. Αμέσως μετά του ορμάει καθοδηγούμενη από τα σεξουαλικά της ένστικτα. Της λέει ποτέ να μην πηδάει τον θεραπευτή της, την “ευνουχίζει”, την αποξενώνει από το σώμα της, τις ανάγκες του. Τοποθετεί την ιδέα πιο πάνω.

*Είναι μια κριτική της δυτικής σκέψης. Μια απομάγευση των τοτέμ της όπως η ίδια η ψυχαναλυτική θεωρία του Freud, ο χριστιανισμός.

*“Εγώ φταίω” λέει αμέσως μετά τον θάνατο της ζωής, του παιδιού, του καρπού. “Γιατί που ήμουν εγώ;” της λέει ο θεραπευτής άντρας της. Έτσι αποδυναμώνει τη φύση με λογική. Δεν φταίει (η γυναίκα του) αλλά πρέπει να θεραπευτεί γιατί προφανώς είναι άρρωστη. Το κλειδί εδώ είναι πως η φύση δεν είναι άρρωστη. Η σκέψη μόνο τη βλέπει έτσι. Η φύση (μας) φταίει όταν δε γεννάει και δε διατηρεί τη ζωή. Από τη στιγμή που διαφθείρεται από τη σκέψη -που δεν είναι παρά κοινωνική κατασκευή- και απομακρύνεται από το σημείο σύγκρουσης, γίνεται παθητική, κουρελιάζεται, κι η κάθαρση δε θα υπάρξει ποτέ. Αυτό αποτελεί και την πηγή του κακού, τον αντίχριστο.

*Του λέει: “μ’ αγαπάς;”. “Ναι”, απαντάει. “Τότε βοήθησέ με”, του λέει. Βοήθησέ με του λέει μέσα από τα άγρια βάθη της. Εκείνος αντί να “πεθάνει” για χάρη της, τελείως μηχανικά, ορθολογιστικά της απαντά αμέσως: “αυτό ακριβώς κάνω”. Αυτός δεν κάνει ό,τι κάνει με δόλο αλλά με πραγματικό γι’ αυτόν ενδιαφέρον. Ο αντίχριστος δεν είναι κακός, έχει καλές προθέσεις απλώς πέρα του ότι είναι ισχυρός είναι αφελής. Η επιστήμη του είναι αστεία μπροστά στην τέχνη της δημιουργίας την οποία κατέχει η γυναίκα. Η ισχύς του από την άλλη δεν αποτελεί παρά το λάθος του κόσμου του ίδιου. Η σκέψη είναι διαχωρισμένη από τη ζωή. Αυτή είναι και η πηγή του κακού. Κατά την ένωσή τους εμφανίστηκε ο θάνατος. Αυτός πάντα του εμφανίζεται ως η αλλαγή -να ο συμβολισμός του. Η ζωή δε μπορεί εδώ σύμφωνα με τον Trier να δεχτεί το γεγονός του θανάτου, να συμφιλιωθεί. Γι’ αυτό κι έχει τύψεις η γυναίκα, δε δύναται να μεγαλώσει, να γίνει περισσότερη -μια αύξηση. Σύμφωνα με αυτήν την ανάγνωση η ζωή φταίει, έχει δίκιο που το λέει, “εγώ φταίω”, καθώς αν κάποιος μπορεί να βοηθήσει την κατάσταση και να δεχτεί το βάρος της ένωσης, αυτός είναι η ζωή. Η σκέψη είναι ανίκανη για τούτο. Όμως η ζωή ζητάει τη βοήθεια της σκέψης αλλά όχι στέκοντας απέναντί της -θέλει τη σκέψη που βλέπει από τα μάτια της. Η κατάληξη του δυτικού πολιτισμού είναι αναπόφευκτη, ο θάνατος ως το χείριστον, ο ευνουχισμός, η αντιφυσικότητα, ο ολοκληρωτικός θάνατος -όχι ως καρπός μιας ένωσης αλλά ως σάρκα των στοιχείων που προσπαθούν να έρθουν σε σχέση, που αναπόφευκτα βρίσκονται.

*Εκείνη γυμνή κάνοντας μπάνιο. Εκείνος ντυμένος. Της λέει: “απελευθέρωση, έκθεση, ανάδυση. Αυτό είναι το μόνο πράγμα που πραγματικά δουλεύει. Όλα τ’ άλλα είναι λόγια.” Βέβαια αυτός μιλάει λόγια, αυτός ανήκει στο περιττό, στο “όλα τ’ άλλα…” εκτός από αυτό που είναι, το όντως-είναι.


γ. γεωργίου


______
οι εικόνες είναι κολάζ από screenshots της ταινίας